DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Kältemittel n -s, =
agric. ψυκτικόκν. m
chem. ψυκτικό μέσο
energ.ind. ψυκτικό ρευστό
environ. ψυκτικό m; ψυκτικό μέσο, υγρό
Kältemittel
: 13 phrases in 4 subjects
Agriculture2
Chemistry8
Electronics2
Environment1