DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Input m -s, -s
account. εισροές
agric., industr. λίπασμα; εισερχόμενο
econ., agric., R&D. μέσα παραγωγής; εισροές στο παραγωγικό σύστημα; εισροές ; παραγωγικά μέσα
Input
: 29 phrases in 9 subjects
Accounting2
Economics10
Energy industry2
Finances1
General3
Information technology4
Mathematics1
Mechanic engineering1
Statistics5