DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Inokulum n
health. ενοφθάλμισμα
med. εμβόλιο; υλικό εμβολιασμού; υλικό ενοφθαλμισμού
med., pharma. μικροβιακό εναιώρημα
Inokulum
: 3 phrases in 2 subjects
General1
Medical2