DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Hilfsmotor m -s, -en
mech.eng. βοηθητικός κινητήρας; σερβοκινητήρας f
transp., avia. βοηθητική μονάδα ισχύος
transp., nautic., fish.farm. βοηθητική μηχανή' βοηθητικό μηχάνημα
Hilfsmotor
: 8 phrases in 3 subjects
Information technology2
Mechanic engineering2
Transport4