DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
verb | adjective | to phrases
Hals v
cultur. λαβή
el. χιτώνιο
hobby, transp., nautic. αναστροφή; βόλτα; γωνία
industr., construct. περιλαίμιο
mech.eng. στέλεχος τρυπανιού
med. αυχένας; λαιμός; γούλα; λαρύγγι; τράχηλος; σβέρκος
transp. μούρα; πρόποδας
Hals- v
med. ωτορινολαρυγγολογία; τραχηλικός
 German thesaurus
HAL abbr.
abbr. Hamburg-Amerika-Linie; Hauptabteilungsleiter
Hals
: 28 phrases in 10 subjects
Agriculture1
Earth sciences1
Electronics2
Health care3
Industry12
Mechanic engineering2
Medical3
Scientific1
Technology1
Transport2