DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Hämmern n
met. ενδοτράχυνση με σφυροκόπηση; σφυροκόπηση; σκλήρωση διά της σφυρηλάτησης
transp., mater.sc. σφυρηλάτηση
Hämmern
: 10 phrases in 2 subjects
Industry7
Transport3