DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Grabenbagger m -s, =
agric., construct. εκσκαφέας f; μηχανή εκσκαφής τάφρων; μηχανή εκσκαφής χανδάκων
construct. εκσκαφεύς χανδάκων
Grabenbagger
: 7 phrases in 1 subject
Agriculture7