DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Glasschneider m m -s, =
industr., construct., met. κόφτης; υαλοκόπτης; κόπτης υάλουεργαλείο
mech.eng. εργαλείο κοπής υάλου
Glasschneider
: 2 phrases in 1 subject
Construction2