DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Geldvolumen n
econ. προσφορά χρήματος
econ., fin. κυκλοφορούν χρήμα; χρήμα σε κυκλοφορία
fin., econ. νομισματικές ρευστότητες
stat., fin. νομισματικά συνολικά μεγέθη
Geldvolumen
: 3 phrases in 1 subject
Finances3