DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Gaufrieren v
industr., construct. γκοφράρισμα
gaufrieren v
commun. γκοφράρω; σχηματογραφώ; σχηματοτυπώνω
industr., construct. γκοφράρω με την καλάνδρα πάνω στο ύφασμα; σχηματίζω σχέδια
Gaufrieren
: 6 phrases in 4 subjects
Industry3
Materials science1
Technology1
Textile industry1