DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Gaswerk n n -(e)s, -e
energ.ind. εργοστάσιο παραγωγής αερίου; εργοστάσιο αερίου
environ. εξαγωγή αερίου; εξαγωγή αερίου από άνθρακα
Gaswerk
: 1 phrase in 1 subject
Energy industry1