DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Fremdatom n
chem. κρυσταλλική ακαθαρσία; ξένο άτομο; χημική ακαθαρσία
el. άτομο πρόσμιξης; ετερογενές άτομο έγχυσης; νόθευση; πρόσμειξη; πρόσμιξη
Fremdatom
: 5 phrases in 1 subject
Electronics5