DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
Flugverbindung f f =
commer., transp., avia. αερογραμμή; αεροδιάδρομος; αεροδιάδρομος αυτόματου συστήματος εναέριας κυκλοφορίας; διαδρομή ATS; διαδρομή σε ελεγχόμενο εναέριο χώρο