DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Finish n -s, -s
industr., construct. αποτελείωμα f; τελείωμα f
mech.eng., el. προστατευτική επικάλλυψη της μόνωσης
Finish
: 13 phrases in 3 subjects
Environment3
Industry9
Metallurgy1