DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Finger m m -s, =
agric. δάκτυλο; δόντι; λόγχη
IT δάκτυλα
mech.eng. μοχλός απελευθέρωσης
med. δάκτυλο (digitus manus); δάκτυλος χεριού (digitus manus)
transp. "δάχτυλο"
Finger- m
med. δακτυλικός
Finger
: 32 phrases in 6 subjects
Agriculture2
Electronics1
Medical19
Microsoft6
Natural sciences1
Transport3