DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Finanzlage f =
gen. οικονομική κατάσταση; οικονομική θέση
econ. χρηματοοικονομική κατάσταση
econ., account. οικονομική θέση
fin., account. χρηματοοικονομικές καταστάσεις; ετήσιοι λογαριασμοί
Finanzlage
: 13 phrases in 5 subjects
Accounting1
Economics4
Finances6
Insurance1
Law1