DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Finanzausweise m
econ., account. οικονομικές δημοσιονομικές καταστάσεις
fin., account. ετήσιοι λογαριασμοί; χρηματοοικονομικές καταστάσεις
Finanzausweis m
fin. δημοσιονομική κατάσταση
fin., econ., account. οικονομική κατάσταση; οικονομικά έγγραφα
Finanzausweise
: 1 phrase in 1 subject
Accounting1