DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
F-Faktor
med. φυλετικό πλασμίδιο; πλασμίδιο F; παράγοντας F; παράγοντας γονιμότητας
 German thesaurus
F-Faktor
biol. Fertilitätsfaktor (Andrey Truhachev)