DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Entwöhnung f f =
agric. απογαλακτισμός; απομάκρυνση από την αγέλη
health. άφεξη; αποχή; απόσυρση; απεξάρτηση
social.sc. αποτοξίνωση
Entwöhnung
: 1 phrase in 1 subject
Medical1