DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Elektrizität f f =
environ. ηλεκτρισμός; ηλεκτρικό φορτίο; ηλεκτρικό ρεύμα; ηλεκτρική ισχύς; ηλεκτρική ισχύς ενέργεια; ηλεκτρισμός/ηλεκτρικό φορτίο/ηλεκτρικό ρεύμα
stat., el. Ηλεκτρισμός
Elektrizität
: 21 phrases in 8 subjects
Earth sciences3
Electronics5
Energy industry6
Environment1
General2
Health care1
Information technology2
Law1