DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Einschnürung f f =, -en
industr., construct., met. λαιμός φούρνου; στένεμα γυάλινου σωλήνακατά το τράβηγμα
met. δημιουργία λαιμού στο δοκίμιο εφελκυσμού
Einschnürung
: 8 phrases in 5 subjects
Chemistry1
Electronics4
Industry1
Medical1
Municipal planning1