DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
Einebnung f
construct. στάθμιση; ισοπέδωση; ισοπέδωσις εδαφών
life.sc. επιπέδωση; επιφάνεια ισοπέδωσης
transp., construct. εξομάλυνση επιφανείας