DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Eindecker v
nat.sc., agric. μονόπλανο
transp. μονοπλάνο
transp., nautic., fish.farm. πλοίο με ένα κατάστρωμα
eindecken v
fin. αντισταθμίζω μια θέση; καλύπτω μια θέση; κάλυψη
Eindecker
: 2 phrases in 1 subject
Transport2