DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
Eigentumsvorbehalt m
commer., account. επιφύλαξη δικαιώματος ιδιοκτησίας
fin. παρακράτηση κυριότητας
forestr. ενέχυρο; προσημείωση
law, busin., labor.org. επιφύλαξη κυριότητας
law, fin. ρήτρα παρακράτησης κυριότητας