DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Doppelung f f =, -en
industr., construct. αναδίπλωση
med. αναδιπλασιασμός; αναδιπλασιασμός του καρδιακού τόνου
met. αναδίπλωση της επικάλυψης
Doppelung
: 1 phrase in 1 subject
Metallurgy1