DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Diffusor m
energ.ind., nucl.phys. αντιδραστήρας μετατροπής
health. διορθωτής τυχαίας πρόσπτωσης; ηχητικός σκεδαστής
IT σκεδαστής
mech.eng., construct. σκεδαστήρ
met., mech.eng. θάλαμος αναμείξεως
Diffusor
: 2 phrases in 2 subjects
Mechanic engineering1
Transport1