| |||
πάχος | |||
παχεία επένδυσις διά συμπυκνώσεως γαιωδών υλικών | |||
διάμετρος; διαμέτρησησωλήνα; διατομή; πάχοςσύρματος | |||
| |||
γλαντίκ (Acipenser nudiventris); γυμνοξυρύχι (Acipenser nudiventris); μουρούνα (Acipenser nudiventris); στουριόνι (Acipenser nudiventris) | |||
| |||
βαρύς | |||
German thesaurus | |||
| |||
Dichte |
Dicke : 86 phrases in 17 subjects |