| |||
πραγματική πυκνότητα | |||
ειδικό βάρος; πυκνότητα/ειδικό βάρος | |||
φαινόμενη πυκνότητα | |||
πυκνότητα | |||
βέλτιστη πυκνότητα; συνάρτηση πυκνότητας πιθανότητας | |||
συμπυκνότητα | |||
| |||
αδιαπέρατος; στεγανός | |||
πυκνός | |||
αδιάβροχο | |||
| |||
καλαφατίζω; στεγανοποιώ αρμό με στουπί; στεγανοποιώ | |||
| |||
στεγανότητα | |||
German thesaurus | |||
| |||
Die Dichte spezifische Masse ist definiert als Masse pro Volumeneinheit: p=m/V (Temperatur, Druck, Feuchte etc.); Einheit: kg/m3 . I.a. gehören zu Dichteangaben auch solche über den Zustand des fraglichen Stoffes (Temperatur, Druck, Feuchte etc.); Einheit: kg/m3. I.a. gehören zu Dichteangaben auch solche über den Zustand des fraglichen Stoffes (Temperatur, Druck, Feuchte etc.) | |||
| |||
betrunken (Andrey Truhachev) |
Dichte : 190 phrases in 25 subjects |