DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
Dehnbarkeit f f =
gen. εφελκυσμός
earth.sc., mater.sc. εκτατότητα
mater.sc., met. ικανότητα διαστολής
med. ελαστικότητα; διατασιμότητα; ευκαμψία
transp. ελατότητα