DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Charge adj.
coal. γόμωση
construct. ανάμιγμα
earth.sc. πλεκτρική φόρτιση
industr., construct., met. τροφοδοσία; τροφοδότηση
med. προσθήκη; φόρτιση
met. κύκλος φορτίων; χύτευση
met., el. φορτίο
Charge
: 11 phrases in 6 subjects
Agriculture5
Electronics1
General1
Health care1
Marketing2
Medical1