DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Bundes- n
law ο αναφερόμενος στη συνομοσπονδία; συνομοσπονδιακός
Bund n n -(e)s, -e
gen. ΄Ενωση; δεσμίδα
agric. αγκαλίδα; δέσμη χόρτων; δεμάτι χόρτων
commun. δέσμη
mech.eng. κολλάρο; κολάρο
met. κύλινδρος; ρόλος
Bundes
: 30 phrases in 16 subjects
Chemistry1
Communications1
Education2
Environment1
Finances1
General7
Geography1
Human rights activism1
Labor law1
Mechanic engineering1
Metallurgy1
Natural sciences1
Religion1
Social science5
Technology2
Trade unions3