DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Bruchfestigkeit f =
earth.sc., industr., construct. αντοχή θράυσης
industr. αντοχή στη θραύση
med. αντίσταση οστού στη θραύση
met. μέγιστη αντοχή; τελική αντοχή θραύσεως
tech., industr., construct. ειδική αντοχή θραύσης
transp. θλιπτική αντοχή
Bruchfestigkeit
: 2 phrases in 2 subjects
Mechanic engineering1
Transport1