DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
noun | verb | to phrases
Brüche m
tech., industr., construct. χαλάκι
Bruch m m -(e)s, Brüche ['brycq]
agric. θόλωμα; κίτρινο θόλωμα; καστανό θόλωμα; οξειδωτικό θόλωμα
earth.sc. ρηγμάτωση,ρωγμάτωση; ρήγμα; ρηγμάτωση
earth.sc., industr., construct. Θραύση
fish.farm. φωλιά ωοτοκίας
industr., construct. ελαττωματικαί οπτόπλινθοι
life.sc. ρωγμή 2.ρήγμα; σχισμή
life.sc., construct. ρήξις διά διατμήσεως
mater.sc. θραύσματα τεχνουργημάτων
mech.eng. ρήξη
med. θραύση; κάταγμα; κήλη (hernia)
met. ράγισμα; ρωγμή
nat.sc., agric. Ρήξη θραύση
transp. διαμελισμός
Bruch v
med. εγκοπή; εντομή; κόψιμο; σπάσιμο
Brüche
: 106 phrases in 20 subjects
Agriculture12
Commerce1
Construction1
Earth sciences1
Electronics2
Finances1
General12
Industry11
Information technology3
Law2
Life sciences4
Materials science2
Mechanic engineering4
Medical16
Metallurgy19
Microsoft4
Nuclear physics3
Social science1
Statistics1
Transport6