DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
noun | adjective | to phrases
Blatt n n -(e)s, Blätter
commun. φύλλο βιβλίο
industr., construct. κν.φόντι; άνω μέρος υποδήματος; χτένι; διαχωρισμός; μισό-μισό; μοιρασιά
industr., construct., met. κομμάτι
IT, dat.proc. ακραίος κόμβος; περιφερειακός κόμβος; τερματικός κόμβος
mech.eng. πτερύγιο δρομέα
med. φύλλο; σκέλος
nat.sc. μέρος φυτού
Blatt Pflanze n
environ. φύλλο
Blatt- adj.
med. φυλλοειδής; με σχήμα φύλλου
Blatt
: 91 phrases in 15 subjects
Agriculture8
Communications3
Cultural studies2
Environment1
Industry12
Law3
Life sciences1
Mathematics1
Mechanic engineering6
Medical6
Metallurgy2
Microsoft1
Technology2
Textile industry1
Transport42