DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
Blütenboden m m -s, =
med. ανθοδόχη; θάλαμος
nat.sc. ανθοδόχη άνθους (receptaculum, torus); ανθοδόχη (Receptaculum, receptaculum commune, torus); ανθοδόχη ταξιανθίας (Receptaculum, receptaculum commune, torus); σπερμοδόχη (Receptaculum, receptaculum commune, torus)