DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Betriebsstörung f f =, -en
econ., transp. ανωμαλία εκμετάλλευσης; συμβάν εκμετάλλευσης
forestr. βλάβη του κινητήρα; μηχανική βλάβη
lab.law. τεχνική βλάβη
mech.eng. λειτουργικό πρόβλημα
transp. ανωμαλία; διαταραχή; ενόχληση; λειτουργική ανωμαλία; παρεμβολή
Betriebsstörung
: 1 phrase in 1 subject
Labor law1