DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Beteiligter adj.
agric., construct. συμμέτοχος αρδευτής; συμπράττων αρδευτής
commer., fin. επιχειρηματίας
comp., MS ενδιαφερόμενος
econ., commun. ενδιαφερόμενοι κύκλοι συμφερόντων; ενδιαφερόμενος παράγοντας
health., transp. ενδιαφερόμενος για το φορτίο
Beteiligter
: 63 phrases in 13 subjects
Communications2
Economy1
Environment1
Finances4
General5
Government, administration and public services2
Health care1
Insurance2
Labor law1
Law35
Natural sciences1
Patents6
Transport2