DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Berufsgenossenschaft f
environ. επαγγελαμτική ένωση
fin., industr. επαγγελματική ένωση
lab.law. επαγγελματική ασφαλιστική εταιρεία
med., unions. επαγγελματική οργάνωση; επαγγελματικός συνεταιρισμός
Berufsgenossenschaften f
market. επαγγελματικό ταμείο ασφάλισης
 German thesaurus
Berufsgenossenschaft f
med. BG (H. I.)
Berufsgenossenschaft
: 2 phrases in 2 subjects
Labor law1
Social science1