DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Befugnisse f
law εξουσίες; αρμοδιότητες
Befugnis f f =, -se
IT, transp. ικανότητα
law άδεια; έγκριση; παροχή άδειας; αρμοδιότητα; εξουσία
transp., avia. καταχώριση ειδικότητας
Befugnisse
: 60 phrases in 12 subjects
Business2
Commerce1
Economy3
Finances5
General10
Government, administration and public services1
Information technology4
Insurance1
Law30
Patents1
Politics1
Transport1