DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
noun | adjective | to phrases
Befestigung f =, -en
transp. φόρτωση και τακτοποίηση φορτίου πάνω σε φορτηγό βαγόνι
Befestigung adj.
med. μονιμοποίηση; στερέωση
Befestigung
: 45 phrases in 6 subjects
Construction6
Fish farming pisciculture1
Mechanic engineering16
Taxes1
Technology6
Transport15