| |||
τραπεζογραμμάτιο | |||
| |||
ακάλυπτο χρήμα; παραστατικό χρήμα; πιστωτικό χρήμα; χαρτονόμισμα f; χρήμα ευχερώς υποκείμενο σε μεταβολές της αγοραστικής του δύναμης |
Banknote : 45 phrases in 5 subjects |
Accounting | 3 |
Economics | 5 |
Finances | 24 |
General | 7 |
Law | 6 |