DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
Babytherm n
med. επωαστήρας; επωαστική κοιτίδα; επωαστικός κλίβανος; θάλαμος για προώρως τικτόμενα νεογνά; θερμοκοιτίδα; θερμοκοιτίδα προώρων; θερμοκοιτίδα προώρων νεογνών; θερμοκοιτίς για πρόωρα βρέφη; συσκευή τεχνητής ανάπτυξης βρεφών