DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Anstrich m m -(e)s, -e
chem., el. επίχρισμα επένδυσης
IT, chem., met. σχήμα; σύστημα χρώσης
met. στρώμα; στρώση
transp. βαφή; χρωματισμός
Anstrich
: 29 phrases in 7 subjects
Agriculture1
Chemistry12
Construction1
General1
Industry1
Metallurgy3
Transport10