DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Anreissen n
commun. χάραξη
mater.sc. διαμόρφωση σχεδίου
Anreisser n
lab.law. σχεδιαστής σημειωτής σε μέταλλο; λεβητοποιός-σημειωτής; σημειωτής αεροσκαφών; χαράκτης-σημειωτής μεταλλικών κατασκευών; χαράκτης-σημειωτής σκαφών
Anreissen
: 2 phrases in 1 subject
Technology2