DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Annuität f
account. ετησία πρόσοδος
fin. ασφαλιστική αποζημίωση; επίδομα; ετήσια δόση; ετήσια πρόσοδος; ράντα; χρεωλύσιο εξόφλησης; σταθερό ετήσιο ποσοστό
insur. πρόσοδος
Annuität
: 4 phrases in 2 subjects
Finances3
Insurance1