DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Anfälligkeit f f =
environ. το ευάλωτο του/της; τρωτότητα
med. προδιάθεση; επιρρέπεια
med., health., anim.husb. επίνοσος χαρακτήρας; ευπάθεια
Anfälligkeit
: 7 phrases in 3 subjects
Health care2
Information technology4
Law1