DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Altpapier n n -s
environ. απορρίμματα χαρτιού
environ., industr. απορρίματα χάρτου; χρησιμοποιημένο χαρτί
tech., industr., construct. αποκόμματα
Altpapier
: 3 phrases in 2 subjects
Environment1
Technology2