DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Aktivator m
earth.sc. ενεργοποιός ουσία
el. Ενεργοποιός πρόσμιξη; πρόσμιξη διέγερσης
industr., construct., chem. ενεργοποιός
med. ενεργοποιητής; ενεργοποιητής τοξοπλασματικών αντισωμάτων; διεγέρτης
AktivatorWINSSER m
med. επικουρικός παράγων
Aktivator
: 15 phrases in 2 subjects
Environment1
Medical14