DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Abkanten v
met. κάμψη,στραντζάρισμα; ευθύγραμμη κάμψη
abkanten v
mater.sc., mech.eng. κόβω λοξά
met. αναδιπλώνω; κάμπτω; πτυχώνω
transp., mech.eng. να σπάσουν οι άκρες; να αφαιρεθεί η αγριάδα; να λειανθούν οι ακμές; να παρθούν οι γωνίες
Abkanten
: 3 phrases in 3 subjects
Industry1
Mechanic engineering1
Metallurgy1