DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Abhilfen f
econ. διορθωτικά μέτρα
Abhilfe f =
environ., agric. αποκατάσταση ζημίας
law προδικαστική αναθεώρηση
tech. διορθωτική ενέργεια
Abhilfen
: 3 phrases in 2 subjects
Health care1
Medical2